Καρκίνος Ουροδόχου Κύστεως
ΚΑΡΚΙΝΟΣ ΟΥΡΟΔΟΧΟΥ ΚΥΣΤΕΩΣ
Τι είναι ό καρκίνος της ουροδόχου κύστης
Είναι το είδος του καρκίνου πού αναπτύσσεται στα κύτταρα του βλεννογόνου της ουροδόχου κύστης. Είναι ή δεύτερη σε συχνότητα νεοπλασία του ουροποιητικού συστήματος ,με περισσότερες από 200.000 νέες διαγνώσεις και πάνω από 100.000 θανάτους κάθε χρόνο. Η αναλογία νέων περιπτώσεων πού παρουσιάζονται στα δύο φύλλα ,ανδρών γυναικών είναι 3:1. Συνήθως παρουσιάζεται στα άτομα μεγαλύτερης ηλικίας , χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν προσβάλλει και τά νεώτερα άτομα. Στο μεγαλύτερο ποσοστό των ατόμων με την νόσο , ή διάγνωση γίνεται στα πρώτα στάδια όπου και ή θεραπεία είναι ουσιαστική και τά αποτελέσματα θετικά. Όμως είναι μια νόσος με συχνές υποτροπές , οπότε οί συστάσεις των ουρολόγων είναι ή παρακολούθηση σε τακτικά χρονικά διαστήματα για αρκετά χρόνια μετά την πρώτη χειρουργική εξαίρεση τους ,για τον λόγο της έγκαιρης ανίχνευσης τους και βέβαια και της άμεσης αντιμετώπισης τους.
Τι συμπτώματα έχει ή ασθένεια
– Αίμα στα ούρα (Αιματουρία). Μπορεί να είναι μικροσκοπική (δηλαδή να ανιχνεύεται μόνο με την ανάλυση ούρων) ή να είναι μακροσκοπική (δηλαδή τά ούρα να παρουσιάζονται με χρώμα σκούρο κίτρινο ,κόκκινο βαθύ ή και σκούρο καφέ).
– Συχνουρία . Ή ούρηση να είναι αρκετά συχνή ,δηλαδή ενώ ή φυσιολογική συχνότητα είναι περίπου 3-5 φορές την ημέρα, αρχίζουμε να πηγαίνουμε τακτικά στην τουαλέτα ,χωρίς απαραίτητα να έχουμε άλλα ενοχλήματα.
– Άλγος ούρησης. Στην αρχή ή κατά την διάρκεια της ούρησης να έχουμε την αίσθηση του πόνου.
– Ουρολοιμώξεις . Έχουμε αρκετές φορές επεισόδια οξείας ουρολοίμωξης και τά οποία γενικά επικαλύπτουν την όποια υποψία για την ύπαρξη της νόσου.
– Αλγος χαμηλά στην κοιλιακή χώρα. Αίσθηση βάρους ή πόνου στην υπερηβική περιοχή ,ακόμα και μετά την ούρηση παρά το γεγονός ότι μπορεί να έχει αυξομειώσεις στην ένταση.
– Αλγος χαμηλά στην σπονδυλική στήλη. Είναι αίσθηση πόνου μέτριας ή μεγαλύτερης έντασης πού κορυφώνεται συνήθως πρίν από την ούρηση και μειώνεται αισθητά μετά το τέλος της ούρησης, για να αρχίσει και πάλι μετά από λίγη ώρα.
Ποια είναι τά αίτια της ασθένειας
Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν καθίσταται δυνατόν να αποσαφηνισθεί ποιοι είναι οί παράγοντες πού οδήγησαν στην ασθένεια. Πάντως φαίνεται ότι το κάπνισμα , οί χρόνιες φλεγμονές της κύστης , οί παρασιτικές λοιμώξεις , ή ακτινοβολία και ή έκθεση σε χημικές ουσίες , ευνοούν την εμφάνιση αλλά και την ανάπτυξη της νόσου. Κάποια στιγμή στις φάσεις της ανάπτυξης και της διαίρεσης των κυττάρων της κύστεως ,ή επίδραση των ανωτέρω παραγόντων μπορεί να προκαλέσει μεταβολές στο γεννητικό υλικό και να οδηγήσει σε εμφάνιση νεοπλασματικών ιστών με εξέλιξη σε καρκινωματώδη όγκο , εξω από κάθε κανόνα ρύθμισης αναπαραγωγής και ανάπτυξης των κυττάρων.
Οί τύποι καρκίνου της ουροδόχου κύστεως είναι ανάλογα με το ποια κύτταρα είναι αυτά πού υπόκεινται στις νεοπλασματικές αλλοιώσεις και αρχίζει να εξελίσσεται το φαινόμενο, καθορίζοντας έτσι και ποια θεραπεία μπορεί να δουλέψει καλύτερα για το άτομο . Σύμφωνα λοιπόν με το ποιο κύτταρο της κύστης προσβάλλεται πρώτο έχουμε τους ακόλουθους τύπους καρκίνου:
– Καρκίνωμα μεταβατικού επιθηλίου. Είναι ό καρκίνος πού προέρχεται από τά κύτταρα του πλέον εσωτερικού στρώματος του βλεννογόνου της ουροδόχου κύστεως , είναι αυτά πού με την λειτουργία τους επιτρέπουν στην κύστη να συρρικνώνεται όταν αδειάζει και να διατείνεται όταν γεμίζει από ούρα και είναι αυτά πού καλύπτουν επίσης το εσωτερικό του ουρητήρα αλλά και της ουρήθρα. Είναι ό καρκίνος πού ανευρίσκεται στο πλείστο των περιπτώσεων τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική.
– Πλακώδες καρκίνωμα. Εμφανίζεται συνήθως μετά από χρόνιες φλεγμονές και ερεθισμό του κυστικού τοιχώματος και είναι σχετικά σπάνιος στις χώρες της Ευρώπης και Αμερικής. Η εμφάνιση του είναι συχνή στις χώρες πού ευδοκιμούν οί φλεγμονές της ουροδόχου κύστεως με αιτιολογικό παράγοντα το παράσιτο πού λέγεται σχιστόσωμα. Είναι γενικά καρκίνοι αργής ανάπτυξης .
– Αδενοκαρκίνωμα. Αυτός ό τύπος εμφανίζεται στα κύτταρα πού καλύπτουν τους αδένες πού εκκρίνουν την βλέννα στην ουροδόχο κύστη και είναι σχετικά σπάνιοι.
Ποιοι είναι οί παράγοντες πού ενέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της νόσου
Δεν είναι ξεκάθαρο τι είναι αυτό πού προκαλεί την ασθένεια όμως υπάρχουν κάποιοι παράγοντες πού αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου και είναι :
– Ηλικία. Σπάνια εμφανίζεται ό καρκίνος σε νέους ανθρώπους με ηλικία κάτω των 40 ετών. Αντίθετα συνήθως προσβάλλει τά άτομα με ηλικίες πάνω από τά 55-60 έτη.
– Χρώμα δέρματος . Στην μεγάλη πλειονότητα προσβάλλει την λευκή φυλή ενώ τά ποσοστά εμφάνισης στους έγχρωμους είναι πολύ μικρότερα.
– Φύλλο. Κυρίως εμφανίζεται στους άνδρες πολύ περισσότερο σε σχέση με τις γυναίκες.
– Κάπνισμα. Φαίνεται ότι το κάπνισμα τσιγάρων ή πίπας αυξάνει τά ποσοστά εμφάνισης της νόσου ,λόγω της αυξημένης και διαρκούς επίδρασης των προϊόντων του καπνού στο ουροποιητικό σύστημα από το οποίο και αποβάλλονται ,αλλά ή επίδραση τους μέχρι τότε είναι άκρως επιβαρυντική για τά κύτταρα της ουροδόχου κύστεως.
– Έκθεση σε χημικές ουσίες. Εργάτες σε εργοστάσια με διάφορα χημικά ,όπως χρώματα , υλικά βαφής , λάστιχα ,δέρματα κ.λπ. και επαγγελματίες πού έρχονται σε συνεχή επαφή λόγω αυξημένης χρήσης τέτοιων υλικών στην εργασία τους, διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης της ασθένειας ,ιδίως όταν συνδυάζεται και με το κάπνισμα.
– Προηγούμενες χημειοθεραπείες ή ακτινοβολίες. Ασθενείς με άλλους καρκίνους που έχουν υποβληθεί σε χημειοθεραπείες με το σκεύασμα της κυκλοφωσφαμίδης διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου κύστεως λόγω της άκρως ερεθιστικής επίδρασης του φαρμάκου στον κυστικό βλεννογόνο. Επίσης τά άτομα πού έχουν υποστεί ακτινοβολίες στην περιοχή της πυέλου για καρκίνους των γεννητικών οργάνων στις γυναίκες ή του προστάτου στους άνδρες έχουν αυξημένα ποσοστά εμφάνισης της νόσου.
– Χρόνια φλεγμονή της ουροδόχου κύστεως. Χρόνιες ή και υποτροπιάζουσες φλεγμονές ή οξείες συχνά επαναλαμβανόμενες λοιμώξεις της ουροδόχου κύστεως , μπορεί να οδηγήσουν στην εμφάνιση νεοπλασματικής εξαλλαγής του επιθηλίου, κυρίως όταν μείνουν χωρίς ουσιαστική θεραπεία ή και όταν συνδυάζονται και με άλλες ασθένειες γενικού χαρακτήρα (ζαχαρώδη Διαβήτη ,ασθένειες συνδετικού ιστού), χρόνια επίσχεση ουρων με μόνιμο καθετήρα ή παρασιτική λοίμωξη με το σχιστόσωμα ή άλλους επιβαρυντικούς παράγοντες (κάπνισμα, αλκοόλ, εργασιακό περιβάλλον κ.λπ.) πού μειώνουν την αντίσταση του οργανισμού ή ασκούν συνεχή ερεθιστική επίδραση στο ουροθήλιο.
– Προσωπικό ή οικογενειακό ιστορικό. Εάν είχες στο παρελθόν πρόβλημα με καρκίνο κύστεως , έχεις αυξημένες πιθανότητες να παρουσιάσεις ξανά την νόσο. Εάν έχεις πρόσωπα στο οικογενειακό περιβάλλον με καρκίνο κύστης , έχεις περισσότερες πιθανότητες από κάποιο άλλο άτομο να προσβληθείς από την ασθένεια ,αν και είναι σχετικά πιο σπάνιο σε σχέση με άλλες ασθένειες να παρουσιάζεται με κληρονομικό χαρακτήρα. Ύπαρξη μιάς κληρονομικής νόσου μη πολυποειδούς καρκίνου του παχέως εντέρου (Lynch syndrome), μπορεί να αυξήσει τις πιθανότητες εμφάνισης καρκίνου στο ουροποιητικό σύστημα όπως επίσης και στο παχύ έντερο , την μήτρα , τις ωοθήκες ή και σε άλλα όργανα.
Ποίες είναι οί επιπλοκές της νόσου
– Συχνές υποτροπές. Ο καρκίνος της κύστεως έχει την τάση να επανεμφανίζεται αρκετά συχνά ,ακόμα και εάν έχει γίνει μια αρχική πολύ καλή αντιμετώπιση.
– Υποτροπή με αυξημένη κακοήθεια. Σε αρκετές περιπτώσεις όταν επανεμφανίζεται ό ιστολογικός έλεγχος μπορεί να δείξει αλλαγή των χαρακτηριστικών του σε μεγαλύτερο βαθμό κακοήθειας , στοιχείο πού πρέπει να μας κάνει ιδιαίτερα προσεκτικούς στον σχεδιασμό της θεραπευτικής αντιμετώπισης του.
– Ανεπιτυχή αρχική αξιολόγηση του σταδίου. Συνήθως ή αρχική αντιμετώπιση ενός συχνά ευρισκόμενου θηλωματώδους όγκου, είναι ή διουρηθρική εκτομή του. Όμως δεν είναι λίγες οί περιπτώσεις όπου ή ανεπιτυχής ριζική αφαίρεση της αρχικής καρκινικής βλάβης μπορεί νά αφήσει υπολειμματική νόσο , πού σίγουρα δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί ουσιαστικά μόνο, μέσα από τις ενδοκυστικές χημειοθεραπείες πού ενδεχομένως θα γίνουν μετά την επέμβαση. Ετσι μπορεί να χαθεί πολύτιμος χρόνος μέχρι την επόμενη ανίχνευση της νόσου μέσα από την μετεγχειρητική παρακολούθηση ή την εμφάνιση νέων συμπτωμάτων και να χρειασθεί πλέον να εφαρμοσθεί μια εντελώς διαφορετική θεραπεία (δηλ. αντι διουρηθρικής εκτομής να χρειασθεί ολική αφαίρεση της κύστης ,ήτοι ριζική κυστεκτομή).
Πώς γίνεται ή διάγνωση της νόσου
Υπάρχουν μια σειρά από εξετάσεις πού θα πρέπει να γίνονται προκειμένου να μας οδηγήσουν στην διάγνωση της νόσου όπως :
– Υπερηχογραφικός έλεγχος . Ο έλεγχος συνήθως ξεκινά με ένα απλό υπερηχογράφημα του ουροποιητικού συστήματος που πιθανά θα καταδείξει τον όγκο στην κύστη και θα μας πληροφορήσει για την ενδεχόμενη επίδραση του στη νεφρική λειτουργία. Στήν περίπτωση πού έχουμε διήθηση τού ενός ουρητηρικού στομίου, είναι δυνατόν να προκύψει διάταση του πυελοκαλυκικού συστήματος του σύστοιχου νεφρού (υδρονέφρωση).
– Κυστεοσκόπηση. Αυτή πραγματοποιείται με την είσοδο λεπτού εργαλείου διά μέσου της ουρήθρας και με την χρήση ειδικών φακών με οπτικές ίνες γίνεται ή λήψη της εικόνας και ή μεγέθυνση της στο μόνιτορ όπου εξετάζονται με λεπτομέρεια όλα τά τμήματα της ουροδόχου κύστεως για τυχόν ύπαρξη αλλοιώσεων χρόνιων φλεγμονών , μικρολιθιάσεων , εκκολπωμάτων και φυσικά για εμφάνιση καρκινικών βλαβών.
Εικόνα 1.Σχηματική εικόνα ουρηθροκυστεοσκοπικού ελέγχου με την χρήση εύκαμπτου κυστεοσκοπίου.
Εικόνα 2. Θηλωματώδεις όγκοι ουροδόχου κύστεως.
– Βιοψία κυστικού ουροθηλίου. Ο καρκίνος της κύστης μπορεί να απεικονίζεται με σαφή εικόνα , κυρίως όταν έχουμε να κάνουμε με θηλωματώδεις όγκους ,αλλά μερικές φορές εμφανίζεται με άτυπες μορφές ερυθηματώδους περιοχής μικρότερης ή και εκτεταμένης ή και σαν αποπεπλατυσμένη διόγκωση του βλεννογόνου ,πού σημαίνει ότι θα πρέπει να ληφθούν δείγματα τόσο από τις συγκεκριμένες περιοχές όσο και από άλλα τμήματα της κύστεως προκειμένου να βεβαιωθούμε για την ύπαρξη κάποιας βλάβης ή να αποκλείσουμε κάποια διάγνωση.
Εικόνα 1. Κυστεοσκοπική εμφάνιση θηλωματώδους όγκου κύστεως.
Εικόνα 2. Συλλογή βιοπτικού υλικού με ειδική βελόνα βιοψίας.
– Κυτταρολογική εξέταση των ούρων. Αυτή ή εξέταση αναφέρεται σε λήψη δείγματος ούρων για κυτταρολογική παρατήρηση. Είναι καλύτερο να γίνεται με την χρήση μικρού καθετήρα πού εισάγεται στην ουροδόχο κύστη και με ειδικούς χειρισμούς μέσω μιάς ειδικά προσαρμοσμένης σύριγγας λαμβάνονται ούρα μετά από έκπλυση της κύστης. Ή λήψη τριών (3) δειγμάτων ούρων με τον ανωτέρω περιγραφόμενο τρόπο μέσα σε λίγες ημέρες , δηλαδή ανά 2 ή 3 ημέρες αυξάνει σε σημαντικό βαθμό- θετικά αποτελέσματα στο 75-80%- τις πιθανότητες εύρεσης καρκινικών κυττάρων ,μειώνοντας τις πιθανότητες για ψευδώς αρνητικά αποτελέσματα. Αντίθετα ή απλή λήψη δειγμάτων ούρων ενέχει σε σημαντικό βαθμό τον κίνδυνο να ξεφύγει ή διάγνωση αφού ή ικανότητα ανεύρεσης νεοπλασματικών κυττάρων δεν ξεπερνά το 40-50%.
– Ανίχνευση καρκινικών δεικτών στα ούρα. Η ύπαρξη δεικτών στα ούρα βοηθά στη διάγνωση του καρκίνου από μεταβατικό επιθήλιο. Το αντιγόνο του όγκου της κύστης (BTA bladder tumor antigen) ανιχνεύει ουσίες που εκκρίνονται από το εξωκυττάριο στρώμα όταν υπάρχει καρκίνος της κύστης. Δυστυχώς το BTA δεν έχει σημαντική ευαισθησία στο να ανιχνεύει χαμηλού βαθμού κακοήθειας όγκους. Το NMP22 παράγεται από τη μιτωτική πρωτεινική μηχανή της πυρηνικής ουσίας των κυττάρων. Η ευαισθησία του NMP22 στην ανίχνευση του χαμηλού βαθμού κακοήθειας όγκων είναι μεγαλύτερη από αυτή του BTA ή της κυτταρολογικής των ούρων, περίπου 70%.
Η τελομεράνη είναι ένζυμο (ριβοσωματική πρωτείνη) υπεύθυνη για την παραγωγή των αλληλουχιών του DNA που προστατεύουν τα ακραία τμήματα των χρωμοσωμάτων από τυχόν μεταλλάξεις κατά την διάρκεια τού αναδιπλασιασμό τους. Η συνολική ευαισθησία της στην ανίχνευση όγκων του ουροθηλίου είναι 80%.
– Απεικονιστικές εξετάσεις . Με ενδοφλέβια πυελογραφία μπορεί να γίνει μια επιπλέον ανατομική και λειτουργική εξέταση του ουροποιητικού συστήματος. Επίσης με αξονική τομογραφία γίνεται καλύτερη απεικόνιση τόσο του ουροποιητικού συστήματος όσο και των παρακείμενων οργάνων .
Εικόνα αξονικής τομογραφίας πού δεικνύει τον όγκο κύστεως
Πώς γίνεται ή σταδιοποίηση της νόσου
Όταν γίνει ή διάγνωση του καρκίνου στη κύστη , ακολουθεί μια σειρά εξετάσεων για αξιολόγηση της επέκτασης της νόσου, απαραίτητη για τον σχεδιασμό της θεραπευτικής αντιμετώπισης. Ο ι εξετάσεις πού μπορεί να γίνουν με αυτό το στόχο είναι:
– Αξονική τομογραφία (CT scan)
– Μαγνητική τομογραφία (MRI)
– Σπινθηρογράφημα οστών (Bone scan)
– Ακτινογραφία θώρακος (Chest scan)
Τά στάδια της νόσου είναι τά ακόλουθα
– Στάδιο 0. Ο καρκίνος εντοπίζεται στην επιφάνεια του ουροθηλίου είτε με την μορφή θηλώδους εξωφυτικού όγκου(στάδιο 0) είτε με την μορφή επίπεδης βλάβης (στάδιο 0is- Cancer in situ)
– Στάδιο 1. Ο καρκίνος εντοπίζεται στο εσωτερικό της κύστης και διηθεί την εσωτερική στιβάδα τού βλεννογόνου.
– Στάδιο 2. Ο καρκίνος διηθεί βαθύτερα και καταλαμβάνει μικρό ή μεγαλύτερο πάχος του μυϊκού χιτώνα, σε κάθε περίπτωση όμως είναι περιορισμένος στην κύστη.
– Στάδιο 3. Σε αυτό το στάδιο ό καρκίνος έχει επεκταθεί έξω από την ουροδόχο κύστη στους παρακείμενους ιστούς πού μπορεί να είναι το περικυστικό λίπος , μπορεί να διηθεί τον προστάτη στον άνδρα ή την μήτρα στην γυναίκα.
– Στάδιο 4. Σε αυτή την περίπτωση έχουμε διαφυγή των καρκινικών κυττάρων στους λεμφαδένες της πυέλου ή σε παρεγχυματικά όργανα όπως οί πνεύμονες ,τά οστά ή το συκώτι.
Θεραπευτικές επιλογές
Η αντιμετώπιση της ασθένειας λαμβάνει υπόψη διάφορους παράγοντες πού βέβαια οί κυριότεροι είναι τόσο ό τύπος του καρκίνου , το στάδιο πού ευρίσκεται αλλά δεν παραγνωρίζει και άλλους παράγοντες όπως την γενική κατάσταση της υγείας του ατόμου , καθώς και τις επιθυμίες του όταν του προσφέρονται εναλλακτικές λύσεις.
1.Χειρουργική θεραπεία
1α. Χειρουργική θεραπεία στο πρώιμο στάδιο (επιφανειακός καρκίνος κύστεως). Εάν ή καρκινική βλάβη είναι μικρή ή είναι επιφανειακή δηλαδή δεν έχει διηθήσει το μυϊκό τοίχωμα της κύστης, υπάρχουν 2 δυνατότητες παρέμβασης:
– Χειρουργική απομάκρυνση του όγκου. Αυτό επιτυγχάνεται με την εισαγωγή κάτω από ραχιαία νάρκωση ειδικού εργαλείου μέσα από την ουρήθρα , στην ουροδόχο κύστη και με την βοήθεια μιάς αγκύλης και την χρήση ηλεκτρικού ρεύματος γίνεται εκτομή του όγκου ,όσο πιο βαθειά είναι δυνατόν προκειμένου να συμπεριλάβουμε και μυϊκό ιστό στο εξαιρεθέν υλικό για ιστολογική εκτίμηση και σταδιοποίηση της νόσου. Συνήθως ή μετεγχειρητική πορεία είναι άριστη αλλά σε μερικές περιπτώσεις υπάρχει ένας ερεθισμός στην κύστη και κάποια μικροενοχλήματα στην ούρηση πού διαρκούν λίγες ημέρες.
Εικόνα 1. Διουρηθρική ηλεκτρομή θηλωματώδους όγκου ουροδόχου κύστεως
Εικόνα 2. Εμφάνιση βλεννογόνου ουροδόχου κύστης μετά την εκτομή του όγκου.
Δέν συστήνεται ή απομάκρυνση της βλάβης να γίνει με την χρήση λέιζερ, διότι ό ιστός καίγεται και δεν μπορεί να ληφθεί δείγμα για εξέταση και να γίνει σταδιοποίηση της νόσου. Προσφέρει καλύτερη μετεγχειρητική πορεία αλλά αυτό δεν δικαιολογεί την ανεπάρκεια λήψης ιστού, με έλλειψη πλέον καλής αξιολόγησης του καρκίνου.
– Χειρουργική απομάκρυνση του όγκου και ενός μικρού τμήματος της ουροδόχου κύστεως. Εδώ γίνεται μια τμηματική αφαίρεση του τοιχώματος της κύστεως πού εμπεριέχει την βλάβη ή άλλως μερική κυστεκτομή, χωρίς βέβαια ή εξαίρεση αυτού του τμήματος να προκαλεί σοβαρά προβλήματα στην λειτουργική ικανότητα της ούρησης για τον ασθενή. Αποτελεί μια διαδικασία περισσότερο επεμβατική από την προηγούμενη ,όμως σε αρκετές περιπτώσεις απαλλάσσει το άτομο από περαιτέρω προβλήματα. Ενδεχομένως ή μερική κυστεκτομή να συνοδεύεται από περισσότερα μετεγχειρητικά ενοχλήματα πού έχουν να κάνουν κυρίως με αυξημένη συχνότητα ούρησης –συμβαίνει συνήθως στα αρχικά στάδια μετά την επέμβαση- λόγω του ότι μειώνεται ή χωρητικότητα της ,αλλά αυτό είναι κάτι πού μειώνεται σταδιακά με την πάροδο του χρόνου.
1β. Χειρουργική θεραπεία στον διηθητικό καρκίνο κύστεως.
Εδώ έχουμε καρκινικά κύτταρα πού έχουν προσβάλλει το μυϊκό τοίχωμα της κύστης και οί επιλογές μας λιγοστεύουν όταν θέλουμε να προσφέρουμε ουσιαστικό αποτέλεσμα στην θεραπεία πού σκοπεύουμε να εφαρμόσουμε. Ετσι ή μόνη επιλογή για ριζική αντιμετώπιση είναι ή απομάκρυνση όλης της ουροδόχου κύστης.
– Χειρουργική αφαίρεση της ουροδόχου κύστης με σχηματισμό ορθότοπης εγκρατούς νεοειλεοκύστης. Αποτελεί την θεραπεία επιλογής για τους διηθητικούς ή και τους πολύ επιθετικούς καρκίνους όταν οί άλλες θεραπευτικές επιλογές έχουν αποτύχει και σημαίνει την ολική αφαίρεση της ουροδόχου κύστης σε συνδυασμό με πυελική λεμφαδενεκτομή .
Στον άνδρα επιπλέον αφαιρούνται ό προστάτης μαζί με τις σπερματοδόχους κύστεις ,ενώ μπορεί να δοθεί ιδιαίτερη έμφαση στην διατήρηση των νεύρων της στύσης κατά την επέμβαση, προκειμένου να μην επηρεαστεί ιδιαίτερα ή σεξουαλική ζωή του. Στις γυναίκες συνδυάζεται με την αφαίρεση της μήτρας ,των ωοθηκών και μέρους του κόλπου ,πράγμα που μπορεί σε νέα άτομα να επιφέρει όλες τις επιπτώσεις της πρόωρης εμμηνόπαυσης.
Στην θέση της ουροδόχου κύστης τοποθετείται τμήμα του λεπτού εντέρου το οποίο αναπροσαρμόζεται σε σχήμα προκειμένου να ομοιάζει με το σχήμα της κύστης και γίνεται αναστόμωση με το κολόβωμα της ουρήθρας . Τά αποτελέσματα στο πλείστο των περιπτώσεων είναι πολύ ενθαρρυντικά τόσο σαν τελική θεραπεία και απαλλαγή από την νόσο όσο και σε λειτουργικό επίπεδο ,αφού με κατάλληλη παρακολούθηση και με χρήση κάποιων σκευασμάτων μετά από μια σχετικά μικρή σε χρονικό διάστημα περίοδο προσαρμογής δεν υπάρχουν σοβαρά μετεγχειρητικά προβλήματα.
2. Ενδοκυστική θεραπεία
Εδώ έχουμε να κάνουμε με τοπικές θεραπείες στο επίπεδο της ουροδόχου κύστεως πού ενεργούν με διαφορετικούς μηχανισμούς δράσης και με σχετικά διαφορετικά αποτελέσματα σε σχέση με την δραστικότητα τους στην δυνατότητα επανεμφάνισης ή όχι του όγκου αλλά ακόμα και στον χρόνο πού μεσολαβεί μέχρι την επανεμφάνιση της καρκινικής βλάβης.
2α. Ανοσοθεραπείες. Η ανοσολογική θεραπεία έχει σαν στόχο να προκαλέσει και να ενδυναμώσει την αντίδραση των αμυντικών μηχανισμών του οργανισμού προκειμένου να καταπολεμήσουν την καρκινική βλάβη. Σε αυτή την φάση έχουμε την δυνατότητα για τις ακόλουθες θεραπείες:
– Ενδοκυστική θεραπεία με τον Βάκιλο Calmette-Guerin. Συνήθως χρησιμοποιούνται στους επιφανειακούς καρκίνους κύστεως και ιδιαίτερα στο καρκίνωμα in situ ,με ενθαρρυντικά αποτελέσματα αλλά επί αποτυχίας αποφασίζονται άλλοι τρόποι αντιμετώπισης. Αυτό επιτυγχάνεται με τακτικές ενδοκυστικές εγχύσεις με τον εν λόγω Βάκιλο ,όμως έχουμε σε κάποιες περιπτώσεις μερικές παρενέργειες όπως ικανού βαθμού ερεθισμό της κύστεως ή αιματουρία ,ενώ σε κάποιες άλλες συμπτώματα γριπώδους συνδρομής. Όταν τά ενοχλήματα είναι έντονα και δεν υποχωρούν, αναγκαστικά θα μας οδηγήσουν στην διακοπή της θεραπείας.
– Ενδοκυστική θεραπεία με Ιντερφερόνη. Η ιντερφερόνη είναι μια πρωτείνη πού κατασκευάζει και χρησιμοποιεί το ανοσολογικό σύστημα για να καταπολεμήσει τις μολύνσεις και τις φλεγμονές. Η συνθετική παραγωγή της ουσίας μας έδωσε την δυνατότητα χρησιμοποίησης της σε ασθένειες όπως είναι ό καρκίνος κύστεως και όχι μόνο, έτσι μπορεί ή ενδοκυστική της έγχυση μόνη ή σε συνδυασμό με χημειοθεραπευτικά φάρμακα ή με τον βάκιλο Calmette-Guerin να επιφέρει πολύ θετικά αποτελέσματα ,κυρίως όταν χρησιμοποιείται μετά από τις διουρηθρικές εκτομές των κυστικών όγκων.
2β. Χημειοθεραπείες. Η χημειοθεραπεία χρησιμοποιεί φάρμακα τά οποία σκοτώνουν τά καρκινικά κύτταρα. Οι ενδοκυστικές χημειοθεραπείες γενικά χρησιμοποιούνται μετά από τις διουρηθρικές εκτομές των όγκων ,είτε σαν μονοθεραπείες είτε σε συνδυασμούς για καλύτερα αποτελέσματα. Σε κάποιες περιπτώσεις χρησιμοποιούνται και πρίν την επέμβαση προκειμένου να βοηθήσουν στην συρρίκνωση του όγκου και στην ευκολότερη εξαίρεση του χειρουργικά. Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθούν και σαν θεραπεία για την μείωση ή και την εξαφάνιση μικρών θηλωματωδών όγκων ,αφού βέβαια έχουμε βεβαιωθεί μακροσκοπικά (με την κυστεοσκόπηση) για το στάδιο εξέλιξης τους. Σε λίγες περιπτώσεις μπορεί να συνδυασθεί και με την ακτινοβολία .
3. Ακτινοθεραπεία
Η ακτινοθεραπεία χρησιμοποιεί υψηλής ενέργειας ακτίνες πού στοχεύουν τον καρκίνο και σκοτώνουν τά καρκινικά κύτταρα. Αυτό επιτυγχάνεται με ένα μηχάνημα πού στοχευμένα ακτινοβολεί τά καρκινικά κύτταρα , βοηθώντας στην συρρίκνωση ή και εξαφάνιση του όγκου και μπορεί να συνδυασθεί με την χημειοθεραπεία ή και με τό χειρουργείο όταν κρίνεται ότι πρέπει να υπάρχει κάποιος υπολειμματικός καρκινικός ιστός.
Συμπεράσματα και Επισημάνσεις
– Ο καρκίνος κύστεως επειδή συνδυάζεται με παράγοντες που έχουν σχέση με το εργασιακό περιβάλλον πολλών ομάδων πληθυσμού (αγρότες , εργάτες σε εργοστάσια, επαγγελματίες σε χρώματα και υλικά βαφής ), επειδή έχει σχέση με πολλές συνήθειες των ανθρώπων όπως το κάπνισμα και το αλκοόλ , και επειδή ευνοείται και από τις σύγχρονες διατροφικές συνήθειες πολλών ατόμων, πρέπει να αντιμετωπίζεται με περισσή σοβαρότητα για πρόωρη ανίχνευση και έγκαιρη αντιμετώπιση.
– Οποιαδήποτε αιματουρία πού εμφανίζεται ξαφνικά και χωρίς άλγος από κάποιο όργανο ή υποτροπιάζει ή συνοδεύεται από κυστικά ενοχλήματα , πρέπει να ακολουθείται από ένα λεπτομερή έλεγχο με στόχο την ανίχνευση της αιτίας.
– Σε περιπτώσεις αιματουρίας πού παρά τον γενόμενο έλεγχο εξακολουθούν να παραμένουν αδιάγνωστες , είναι απαραίτητο να παρακολουθούνται σε τακτικά χρονικά διαστήματα ανά 3-6 μήνες με εξετάσεις ούρων , κυστεοσκοπικό έλεγχο , κυτταρολογικό έλεγχο και πιθανή βιοψία.
– Στις περιπτώσεις πού ο καρκίνος από την αρχή δείχνει σημεία έντονης κακοήθειας , ή εμφανίζεται ανθεκτικός στην ενδοκυστική χημειοθεραπεία ή ανοσοθεραπεία ή σε υποτροπές εκδηλώνει σημεία διαφοροποίησης ή εξέλιξης , πρέπει να αποφασίζεται άμεσα ή ολική αφαίρεση του οργάνου (ριζική κυστεκτομή) με λεμφαδενεκτομή , προκειμένου να δίνουμε τις δυνατότητες στον ασθενή για ολική αποθεραπεία.